Share

Ο «αρχιτέκτοντας» της Κύμης, Αλέξανδρος Θεοδώρου, μίλησε αποκλειστικά στο StereaSports.gr σε μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης και… ξετύλιξε το κουβάρι για τη σπουδαία πορεία της ομάδας, μιλώντας ανοιχτά για τα πάντα. Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε και στις επερχόμενες εκλογές της ΕΣΚΑΣΕ.

Με αφορμή την πρόσφατη τοποθέτησή του για τις εκλογές της ΕΣΚΑΣΕ, το StereaSports.gr επικοινώνησε με τον Αλέξανδρο Θεοδώρου για μία συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης και επίκεντρο την ομάδα με την οποία συνδέθηκε άρρηκτα και αποτέλεσε ο δικός της «αρχιτέκτοντας».

Ο Αλέξανδρος Θεοδώρου αποτελεί έναν άνθρωπο που οραματίστηκε και υλοποίησε την άνοδο της Κύμης στην Basket League. Κάτω από τη δική του ηγεσία, η Κύμη μπήκε στον μπασκετικό χάρτη της χώρας, τραβώντας τα βλέμματα και τις εντυπώσεις. Ο κ. Θεοδώρου μίλησε για την ομάδα και την πορεία της, τις δυσκολίες που υπήρχαν, την επώδυνη απόφαση για να μπει τέλος στο «ταξίδι» της, ενώ μεταξύ άλλων σχολίασε και τις επερχόμενες εκλογές της ΕΣΚΑΣΕ, κάνοντας αναφορά και στους δύο υποψήφιους προέδρους.

-Έχετε αποστασιοποιηθεί από το μπάσκετ τα τελευταία χρόνια. Τι σας οδήγησε σε αυτή την επιλογή;

«Η απόφαση να αποστασιοποιηθώ ήρθε ως φυσικό επακόλουθο μιας πολύ δύσκολης περιόδου. Η ομάδα σταμάτησε να υπάρχει, κάτι που για μένα δεν ήταν απλώς μια αγωνιστική ή διοικητική απόφαση, αλλά ένα προσωπικό πλήγμα. Αν υπήρχε τότε το κλειστό γυμναστήριο της Κύμης, πιστεύω ότι θα είχαμε συνεχίσει σε κάποια από τις εθνικές κατηγορίες. Η μεταφορά της ομάδας στη Χαλκίδα, αν και αναγκαία, με επιβάρυνε ψυχολογικά. Η ομάδα είχε δεθεί με την τοπική κοινωνία και ένιωσα ότι χάθηκε αυτός ο δεσμός. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την κούραση και τις προσωπικές υποχρεώσεις, με οδήγησαν να κάνω πίσω. Όχι γιατί έπαψα να αγαπώ το άθλημα, αλλά γιατί ήθελα να ανασυνταχθώ. Παραμένω κοντά στο μπάσκετ με όποιον τρόπο μπορώ, απλώς όχι πια στην πρώτη γραμμή. Προς το παρόν».

-Υπήρξαν προτάσεις για επιστροφή που αρνηθήκατε διοικητικά ή σε κάποιο άλλο πόστο στο μπάσκετ;

«Ναι, υπήρξαν προτάσεις για επιστροφή, τόσο σε διοικητικό επίπεδο όσο και σε συμβουλευτικό ρόλο, όμως λόγω των επαγγελματικών και αυτοδιοικητικών μου υποχρεώσεων δεν μπόρεσα να ανταποκριθώ. Πιστεύω όμως ότι ο χώρος χρειάζεται σοβαρούς ανθρώπους να εμπλακούν ενεργά, και το άθλημα να συνεχίσει να αναπτύσσεται μέσα από σωστή διοίκηση και όραμα».

-Πώς είχε προκύψει η ενασχόλησή σας με το μπάσκετ και κατ’ επέκταση η προεδρία στην Κύμη σε μικρή κι ολας ηλικίας συγκριτικά με το status της προεδρίας;

«Η ενασχόλησή μου με το μπάσκετ ξεκίνησε μέσα από μια αυθόρμητη, αλλά ουσιαστική πρωτοβουλία. Ο Γυμναστικός Σύλλογος Κύμης εκείνη την εποχή ήταν ανενεργός. Μια παρέα φίλων, που αγαπούσαμε τον αθλητισμό και την περιοχή μας, αποφασίσαμε να τον επανενεργοποιήσουμε. Από την αρχή υπήρχε διάθεση να κάνουμε κάτι σοβαρό, οργανωμένο, με προοπτική. Έτσι, σιγά-σιγά, βρεθήκαμε να χτίζουμε κάτι που ξεπέρασε κατά πολύ τις αρχικές προσδοκίες μας. Παρά το νεαρό της ηλικίας μου, βρέθηκα στη θέση του προέδρου, με αίσθημα ευθύνης και πίστη ότι, με ομαδική δουλειά και στόχο, μπορούμε να φτάσουμε ψηλά – όπως και έγινε».

-Η Κύμη επί των ημερών σας έφτασε στην Α1. Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή σε αυτή τη διαδρομή;

«Η πιο δύσκολη απόφαση και συναισθηματικά φορτισμένη στιγμή ήταν η μετάβαση της ομάδας από την Κύμη στη Χαλκίδα. Η ομάδα είχε ενσωματωθεί απόλυτα στην τοπική κοινωνία, η πόλη της Κύμης ζούσε μέσα από αυτή. Πέρα από την ίδια την ομάδα, υπήρχαν και τα οφέλη από τις φιλοξενούμενες ομάδες, τον κόσμο, τη ζωντάνια που έφερνε κάθε αγώνας στην πόλη. Δυστυχώς, το γήπεδο στην Κύμη δεν πληρούσε τις προδιαγραφές της Α1 και αναγκαστήκαμε να μεταφερθούμε. Η Χαλκίδα, αν και μεγαλύτερη πόλη, δεν αγκάλιασε την ομάδα όπως περιμέναμε. Ήταν ένα αναγκαίο κακό, λόγω των συνθηκών, αλλά με πλήγωνε που έπρεπε να αφήσουμε πίσω κάτι τόσο δεμένο με την τοπική κοινωνία. Παρ’ όλα αυτά, ποτέ δεν άφησα έξω τους ανθρώπους που στήριξαν την ομάδα από την αρχή. Έβαζα δωρεάν πούλμαν για τη μετακίνησή τους στα εντός έδρας παιχνίδια ή συμμετείχα προσωπικά στα έξοδα μετακίνησης για τα εκτός. Ήθελα να συνεχίσουν να νιώθουν ότι αυτή η ομάδα τους ανήκει, ακόμα κι αν έπαιζε σε άλλη πόλη».

-Τι θεωρείτε ότι έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο στην επιτυχία: το όραμα, η οργάνωση ή τα πρόσωπα;

«Όλα τα στοιχεία ήταν απαραίτητα και αλληλοσυμπληρώνονται. Το όραμα ήταν η βάση, γιατί χωρίς στόχο δεν υπάρχει κατεύθυνση. Η οργάνωση ήταν το εργαλείο που μας έφερε κοντά στον στόχο, ενώ τα πρόσωπα, με την αγάπη και τη δουλειά τους, έδωσαν την ψυχή στην προσπάθεια. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω, θα έλεγα ότι η συνέργεια αυτών των τριών έκανε τη διαφορά».

-Μετά την Κύμη, δεν έχει υπάρξει άλλη ομάδα από την Περιφέρεια που να έχει φτάσει να αγωνιστεί σε αυτό το επίπεδο. Πόσο εφικτό είναι ένα περιφερειακό σωματείο να αντέξει σε επίπεδο Basket League; Και τι το εμποδίζει να σταθεροποιηθεί;

«Είναι εξαιρετικά δύσκολο. Οι περιφερειακές ομάδες αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια: έλλειψη πόρων, μικρότερη εμπορική και χορηγική στήριξη, περιορισμένες υποδομές και μειωμένη στήριξη από το κράτος. Για να αντέξει μία ομάδα σε επίπεδο Basket League χρειάζεται όχι μόνο οικονομική δύναμη, αλλά και οργανωτική σταθερότητα και θεσμική στήριξη, που συχνά απουσιάζουν. Αυτό που εμποδίζει τη σταθεροποίηση είναι η συνδυασμένη πίεση αυτών των παραγόντων και η απουσία ουσιαστικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη του περιφερειακού μπάσκετ».

-Η ΕΣΚΑΣΕ έχει μπει σε προεκλογικό ρυθμό. Ποια είναι η θέση σας για την πορεία της μέχρι σήμερα;

«Παρακολουθώ στενά τις εξελίξεις και έχω να πω πως η απερχόμενη διοίκηση δεν με εξέφρασε ποτέ πλήρως. Ενώ ήμουν πρώτος σε ψήφους σε μια από τις προηγούμενες εκλογικές διαδικασίες, αποκλείστηκα από το Διοικητικό Συμβούλιο επειδή αρνήθηκα τη θέση του προέδρου λόγω υποχρεώσεων. Αυτό με έχει προβληματίσει. Σήμερα, με δύο υποψηφίους προέδρους, μόνο ο ένας έχει ουσιαστική εμπειρία από το μπάσκετ, ενώ ο άλλος στηρίζεται κυρίως από εξωτερικούς παράγοντες. Αυτό δημιουργεί ερωτηματικά για το μέλλον της Ένωσης».

-Ποια θεωρείτε πως είναι τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ένωση;

«Η απομάκρυνση από τις ομάδες και η έλλειψη συμμετοχής και διαβούλευσης είναι το βασικό πρόβλημα. Η Ένωση λαμβάνει αποφάσεις χωρίς να ακούει πραγματικά τους ανθρώπους του μπάσκετ. Επιπλέον, υπάρχει έλλειψη σχεδιασμού και οράματος για την ανάπτυξη του αθλήματος σε όλα τα επίπεδα, που αφήνει τον χώρο στάσιμο και χωρίς προοπτική».

-Πιστεύετε ότι χρειάζεται ανανέωση προσώπων ή αλλαγή νοοτροπίας;

«Και τα δύο χρειάζονται. Η ανανέωση φέρνει νέες ιδέες και ενέργεια, αλλά χωρίς αλλαγή νοοτροπίας, που σημαίνει διαφάνεια, σεβασμός και συνεργασία, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. Χρειάζεται μια νέα κουλτούρα που να βάζει το άθλημα πάνω από προσωπικές φιλοδοξίες».

-Βλέποντας τους δύο υποψήφιους προέδρους για την ΕΣΚΑΣΕ, ποιον εξ αυτών θεωρείτε κατάλληλο για τη θέση με στόχο την επόμενη μέρα της Ένωσης;

«Παρακολουθώ τις εξελίξεις χωρίς προσωπικές επιδιώξεις, έχοντας υπηρετήσει την Ένωση και το άθλημα για πάνω από μία δεκαετία. Με προβληματίζει το γεγονός ότι από τους δύο υποψηφίους, μόνο ο ένας έχει πραγματική εμπειρία από μέσα -έχει διοικήσει ομάδα, έχει ζήσει τις δυσκολίες και τις ανάγκες των σωματείων. Ο άλλος υποψήφιος εμφανίζεται με στήριξη από εξωγενείς μηχανισμούς, χωρίς προηγούμενη παρουσία στον χώρο της καθημερινής λειτουργίας ενός συλλόγου. Η επόμενη μέρα της Ένωσης απαιτεί ανθρώπους που έχουν βιώσει την πραγματικότητα του ερασιτεχνικού μπάσκετ. Το μπάσκετ χρειάζεται γνώση, επαφή με τη βάση και καθαρή διάθεση προσφοράς».

-Ποια ήταν η πιο δύσκολη απόφαση που πήρατε στο μπάσκετ;

«Η πιο δύσκολη, και χωρίς αμφιβολία πιο επώδυνη απόφαση, ήταν να σταματήσει να υπάρχει η ομάδα. Αν υπήρχε τότε το κατάλληλο γήπεδο στην Κύμη, πιστεύω ακράδαντα ότι η ομάδα θα συνέχιζε να αγωνίζεται σε κάποια από τις εθνικές κατηγορίες, ίσως και μέχρι την Α2. Είναι μια απόφαση που, ειλικρινά, δεν μπορώ ακόμα να βγάλω από το μυαλό μου. Με πονάει, με βαραίνει. Όσοι ζήσαμε αυτή την πορεία από την αρχή, ξέρουμε τι σημαίνει να πρέπει να βάλεις τέλος σε κάτι που δημιούργησες με μεράκι, κόπο και αγάπη. Δεν το ξεπερνάς εύκολα. Και όσο κι αν ήταν αναγκαστική εκείνη τη στιγμή, παραμένει για μένα μια πληγή που δεν έχει κλείσει».

-Τι σας έχει μάθει το μπάσκετ για τη ζωή;

«Μου έχει διδάξει την αξία της ομαδικότητας, της επιμονής και της συνέπειας. Έμαθα να μην τα παρατάω, να παλεύω μέχρι το τέλος και να σέβομαι τον αντίπαλο και τον εαυτό μου. Επιπλέον, μου έμαθε ότι η επιτυχία χρειάζεται σωστό σχεδιασμό αλλά και ευελιξία».

-Ποια ήταν η στιγμή που είπατε «αυτό το άθλημα με απογοητεύει»;

«Δεν μπορώ να πω πως με έχει απογοητεύσει το άθλημα. Το αγαπώ βαθιά και μου έχει δώσει περισσότερα απ’ όσα περίμενα. Αν έπρεπε όμως να ξεχωρίσω κάτι που με πίκρανε, είναι το γεγονός ότι στην Basket League και γενικότερα στο ελληνικό μπάσκετ οι ομάδες της περιφέρειας αντιμετωπίζονταν σχεδόν πάντα ως «κομπάρσοι». Δεν καταφέραμε να αλλάξουμε αυτή τη νοοτροπία τότε, και δυστυχώς βλέπω πως μέχρι και σήμερα παραμένει ίδια. Είναι κρίμα, γιατί υπάρχει δυναμική και κόσμος στην περιφέρεια που διψάει για μπάσκετ και αξίζει περισσότερα».

-Ως άλλοτε αντιδήμαρχος, πώς βλέπετε τη σύνδεση αθλητισμού – τοπικής αυτοδιοίκησης;

«Η τοπική αυτοδιοίκηση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανάπτυξης του αθλητισμού. Χωρίς τη στήριξη της τοπικής κοινωνίας και των θεσμών, το άθλημα δεν μπορεί να ευδοκιμήσει. Ο ρόλος της αυτοδιοίκησης είναι να δημιουργήσει υποδομές, να χρηματοδοτεί δράσεις και να ενθαρρύνει τη συμμετοχή, προάγοντας την κοινωνική συνοχή και την τοπική ταυτότητα».

-Τέλος, σκέφτεστε την επανεμπλοκή σας με το μπάσκετ σε κάποιο επίπεδο;

«Το μπάσκετ δεν έφυγε ποτέ από τη ζωή μου. Ως αντιδήμαρχος, βασικός μου στόχος ήταν να ανακατασκευαστεί το Κλειστό της Κύμης, όχι μόνο γιατί είναι απαραίτητο για την ομάδα και τα παιδιά της περιοχής, αλλά και για συναισθηματικούς λόγους. Ήταν το πρώτο κλειστό της Εύβοιας και είχε φτιαχτεί επί δημαρχίας του θείου μου. Αν και υπήρξαν πολλά εμπόδια, το θεωρώ χρέος μου να βοηθήσω να ολοκληρωθεί αυτό το έργο, είτε από θέση ευθύνης είτε όχι. Και φυσικά, δεν αποκλείω στο μέλλον να επανέλθω πιο ενεργά στο χώρο του μπάσκετ».

Διαβάστε επίσης…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ